..."διακόσια χρόνια από το 1821: επανάσταση ανεόρταστη"...(>συνέντευξη<)



Συνέντευξη της Μυρσίνης Ζορμπάστο iEidiseis στον 

«Για όλα αυτά που δυστυχώς απουσίαζαν, χαρακτήρισα τον εορτασμό κενό νοήματος. Διότι ήταν λειψός, άψυχος, τυποποιημένος, χωρίς έμπνευση, δεν άγγιζε τίποτε απ’ όσα μας συγκινούν ως πολίτες, ήταν σαν να είχες παραγγείλει μια άστοχη διαφημιστή τηλεοπτική καμπάνια», δηλώνει η πρώην υπουργός Πολιτισμού και κρούει τον κώδωνα για τον περιορισμό της ελευθερίας της γνώμης.

«Εντέλει, γλιτώσαμε το εθνοπατριωτικό φολκλόρ, και υποστήκαμε σχετικά μικρές δόσεις πόζας, κόκκινου χαλιού και γκλαμουριάς. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, γιατί το πιο σημαντικό είναι ότι έλειπαν όλα αυτά που συνδέουν την Επανάσταση με την κοινωνία. Όσοι πίστεψαν ότι μπορούν να γιορτάσουν την Επανάσταση σαν μουσειακό είδος, χωρίς συγκίνηση, παγερή, απροσπέλαστη και ανεόρταστη ας δεχτούν την κριτική μας».

Τα παραπάνω τονίζει σε συνέντευξή της στο iEidiseis και με αφορμή την κριτική που δέχθηκε για την ανάρτησή της σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης η Μυρσίνη Ζορμπά. 


«Το τοπίο είναι ζοφερό. Παραμένει μεγάλο ζητούμενο ο διάλογος και η ανοχή στη διαφορετική γνώμη. Πρέπει επειγόντως να υπάρξουν πρωτοβουλίες γι’ αυτό. Η κατάσταση είναι επικίνδυνη για όλους, η ατμόσφαιρα είναι τοξική και τείνει να περιορίσει την ελεύθερη έκφραση γνώμης.

Η δολοφονία των ιδιοτήτων του ανθρώπου, η καταρράκωση του κύρους κάποιου, η ηθική εξόντωση, η πρόσκληση σε λιντσάρισμα, η προσπάθεια εξευτελισμού, οι σεξουαλικές αναφορές, καθετί που στοχεύει στην ταπείνωση του ιδεολογικού αντιπάλου χρησιμοποιούνται με τυφλό φανατισμό. Ωστόσο οφείλω να ομολογήσω ότι ελάχιστα από όλα αυτά που γράφτηκαν εναντίον μου με άγγιξαν.

Τα περισσότερα δεν αποτελούσαν μια διαφορετική άποψη αλλά τον ασύμμετρο τυφλό θυμό κάποιων που μου απέδιδαν κάτι που δεν είπα», αναφέρει μεταξύ άλλων η πρώην υπουργός Πολιτισμού, σε μια συνέντευξη που αναμένεται να προκαλέσει πολλές συζητήσεις.

Ασκήσατε κριτική στο γιορτασμό της 25ης Μαρτίου φέτος, διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση του ΄21. Επιμένετε στην κριτική σας αυτή; Τι σας ενόχλησε;

Έγραψα αυθόρμητα ένα σύντομο σχόλιο πέντε γραμμών στα κοινωνικά δίκτυα, διότι ένιωσα την ανάγκη να εκφράσω αυτό που αισθάνθηκα στις 25 Μαρτίου και που, νομίζω, το αισθάνθηκαν και πολλοί άλλοι έλληνες και ελληνίδες πολίτες, που παρακολουθούσαν όπως εγώ, αποκλεισμένοι στα σπίτια τους, τον επίσημο εορτασμό:

«Μετά το τέλος της παρέλασης και τον κενό νοήματος επίσημο εορτασμό με την ελεήμονα συνδρομή κάτι αγγαρεμένων ξένων επισήμων στον έρημο δημόσιο χώρο της πονεμένης και σε αποκλεισμό πόλης, μετά την ασημαντολογία και τιποτολογία των σχολιασμών της δημόσιας τηλεόρασης, μετά τις αερολογίες και τις αφόρητες κοινοτοπίες λόγων και χαιρετισμών, ας ξαναβρούμε το χιούμορ και την αλήθεια μας κι ας ξεχάσουμε γρήγορα όσα είδαμε.»

Πιστεύω πως η Ελληνική Επανάσταση μας αφορά όλους ως έλληνες πολίτες, γυναίκες και άντρες, ανεξαρτήτως κοινωνικών, ιδεολογικών, θρησκευτικών, γλωσσικών ή άλλων προσδιορισμών. Είναι η επανάσταση που κατάφερε με επιτυχία να γεννήσει μετά από δέκα χρόνια το Ελληνικό κράτος. Είναι η ληξιαρχική πράξη της Ελληνικής δημοκρατίας και της πολιτειότητάς μας. Τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση σημαίνουν για όλους μας μια σύνθετη χρονική στιγμή ιστορικής αυτοσυνειδησίας. Συμπυκνώνεται σ’ αυτή την επέτειο η σχέση μας με το παρελθόν, όπως φτάνει ως εμάς από διαβάσματα και ακούσματα. Κι αυτό συμβαίνει σε συνδυασμό τόσο με την ταυτότητά μας, που έχει διαμορφωθεί στη διάρκεια του πιο πρόσφατου, του βιωμένου παρελθόντος, ανάλογα με την ηλικία μας, φτάνοντας ως τη σημερινή συνθήκη της πανδημίας, που είναι η ζωή μας στο παρόν, όσο και από τους φόβους και τις προσδοκίες μας για το μέλλον.

Για όλα αυτά που δυστυχώς απουσίαζαν, χαρακτήρισα τον εορτασμό κενό νοήματος. Διότι ήταν λειψός, άψυχος, τυποποιημένος, χωρίς έμπνευση, δεν άγγιζε τίποτε απ’ όσα μας συγκινούν ως πολίτες, ήταν σαν να είχες παραγγείλει μια άστοχη διαφημιστή τηλεοπτική καμπάνια.

Καμία συγκίνηση, κανένας πόθος ελευθερίας, που ήταν το βασικό σύνθημα της Επανάστασης και που και σήμερα εκφράζει ευρύτερα αιτήματα και διακυβεύματα. Με εξαίρεση τα μικρά παιδιά στην παρέλαση, που σε έκαναν όμως να σκεφτείς πόσο ωραίος θα ήταν ένας διαφορετικός εορτασμός, μια πραγματική γιορτή για την πατρίδα μας.

Τι έπρεπε δηλαδή να αποφευχθεί;

Ας ξεκινήσουμε από την παρέλαση σε μια πόλη με αποκλεισμένους τους κατοίκους. Τι νόημα είχε, αφού ο δημόσιος χώρος ήταν απροσπέλαστος, ουσιαστικά ακυρωμένος, με χιλιάδες αστυνομικούς που απαγόρευαν ακόμη και να πλησιάσει κανείς; Γιατί αυτή η τηλεοπτική επίδειξη σε κενό συμμετοχής και άδεια πεζοδρόμια σε μια πόλη φάντασμα; Επίδειξη προς τι και προς ποιον; Για να θαυμάσουν τη στρατιωτική και ευζωνική ανδρεία οι τηλεοπτικοί πολίτες; Για να αφήσω κατά μέρος τις άστοχες εμπνεύσεις, όπως τα αλόγατα και οι αναβάτες, τα αφόρητα κλισέ των τηλεοπτικών σχολιασμών και άλλα που προκάλεσαν ποικίλες αντιδράσεις και συζητήθηκαν κατά κόρον αυτές τις μέρες.

Για τον Εθνικό Ύμνο κατά την έπαρση της σημαίας στην Ακρόπολη, δεν χρειάζεται να προσθέσω κάτι, μίλησε η Ελένη Καραϊνδρου: «… η Ελλάδα μας πρόδωσε την καλλιτεχνική της υπόσταση σε παγκόσμια κλίμακα». Κι όποιος είχε την ευκαιρία να διαβάσει το λεπτομερέστατο άρθρο του κ. Κοττάκη, όπου μεταξύ άλλων αξιοσημείωτων μας πληροφορεί πώς «Γνώρισα την Αναστασία τον περασμένο Σεπτέμβριο-Οκτώβριο στην εβδομαδιαία συνάντηση μιας ωραίας παρέας πνευματικών ανθρώπων σε ένα ταβερνάκι της Καλλιθέας, το Παραγάδι...», αντιλαμβάνεται καλά πώς φτάσαμε στο χρονικό ενός προαγγελθέντος ατυχήματος.

Αναφορικά με τα εγκαίνια της Εθνικής Πινακοθήκης, το όφελος ήταν ότι μάθαμε τη διαφορά των εγκαινίων από τη «συμβολική απόδοση» (!), όπως την αποκάλεσε η κα Λαμπράκη-Πλάκα. Μάθαμε ολόκληρο το πρωτόκολλο υποδοχής πριγκήπων αλλά μείναμε με την απορία γιατί τόσες χιλιάδες αστυνομικοί για 50 προσκεκλημένους. Μάθαμε από επίσημο Δελτίο Τύπου του ΥΠΠΟΑ ότι οι καλεσμένοι δεν ανέβηκαν στον δεύτερο όροφο γιατί δεν είχαν χρόνο (!), κι επίσης τι σημαίνει ανοίγω μόνο το ισόγειο ως τηλεοπτικό φόντο αλλά μιλώ για λειτουργία του κτιρίου … προσεχώς. Διαπιστώσαμε πώς είναι να πετάς το όνομα του δωρητή από την ταμπέλα (Αλέξανδρος Σούτζος) μόλις βρεις έναν καινούριο (Ίδρυμα Στ. Νιάρχος), πώς κρεμάς αυθαίρετη ταμπέλα χορηγού και μετά βγάζεις μια διορθωτική απόφαση και άλλα πολλά που συμβαίνουν σε στοιχήματα και σε τρελές απονενοημένες κούρσες ταχύτητας. Έλειψε η δυνατότητα να δούμε έστω και από μακριά την έκθεση της Μόνιμης Συλλογής. Μεγάλη, ουσιαστική και αδικαιολόγητη έλλειψη.

Αναφορικά με την τεράστια επιτυχία της διεθνούς διπλωματίας(!) της χώρας και των καρπών που αποκόμισε δεν θα ήθελα να επεκταθώ στον κατάλογο ηγετών κρατών και υπουργών εξωτερικών που απουσίαζαν, καθώς είναι μακρύς και μας πληγώνει αλλά και θα αδικούσα τους προσελθόντες. Ωστόσο ο πανωλε-θρίαμβος στο πεδίο αυτό δεν κρύβεται.

Πώς έπρεπε κατά τη γνώμη σας να γίνει ο γιορτασμός; Τι λείπει;

Ρωτάτε τι λείπει; Το πιο παράδοξο ήταν πως από όλες τις πανηγυρικές σκηνές έλειψε ένα απλό δάφνινο στεφάνι στους ιστορικούς πρωταγωνιστές, στους ήρωες της Επανάστασης. Πέρασαν την επέτειο προς τιμή τους ξεχασμένοι στη μοναξιά τους στην αλέα των ηρώων στο Πεδίον Άρεως, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας καθώς δεν χώρεσαν στο λαμπρό κάδρο, ανάμεσα σε μισοτελειωμένα έργα στο γιαπί, καθώς ο χλοοτάπητας παραγγέλθηκε τσιγκούνικα και δεν έφτανε να καλύψει το χώρο μπροστά από όλους. Αλλά τσιγκουνιά και στα στεφάνια; Αυτό κι αν είναι απρέπεια. Το μοναδικό μνημιακό συγκρότημα των ηρώων της Ελληνικής Επανάστασης παρέμεινε ανεόρταστο.

Αλλά, από γενικότερη άποψη, αυτό που έλειψε πάνω απ’ όλα ήταν ο σχεδιασμός μιας πραγματικής γιορτής που να περιλαμβάνει όλους. Μια γιορτή δεν γίνεται με κυβερνητικούς παράγοντες και αξιωματούχους και καμία δικαιολογία δεν υπάρχει γι’ αυτό λόγω των μέτρων της πανδημίας. Αν είναι έτσι ας την είχαν αναβάλει, δεν θα ήταν η πρώτη φορά άλλωστε. Ωστόσο, αφού πραγματοποιήθηκε, η ψηφιακή παρουσία έπρεπε να περιλαμβάνει τους πάντες στο κάδρο, την εικόνα και το λόγο τους, αφού το μέσο σε όλα ήταν η τηλεόραση. Μας έλειψε η Βουλή, οι άνθρωποι της επιστήμης, της ακαδημαϊκής κοινότητας, των γραμμάτων, των διανοουμένων, της τέχνης, των κοινωνικών στρωμάτων όπως οι αγρότες, οι εργάτες, όσοι εργάζονται στην πανδημία με κίνδυνο της ζωής τους και μας βοηθούν να επιβιώσουμε, μας έλειψαν οι πρωταγωνιστές του σήμερα, οι γιατροί και οι νοσηλευτές. Αλλά μας έλειψε και η δημοτική μουσική παράδοση, το κλίμα και οι ήχοι της. Μας έλειψε ο λόγος για τη δημοκρατία, την κοινωνική συνοχή, την αίσθηση του συνανήκειν.

Λόγω της ιδιαίτερης ιστορική σημασίας της, το περιεχόμενο και οι τρόποι της γιορτής είναι πεδία με ιδιαίτερο φορτίο που πρέπει να ισορροπεί τα θεμελιώδη καταστατικά νοήματα της ελευθερίας και της πολιτειότητας, που το νέο κράτος που ιδρύθηκε το 1830 έφερε μαζί του, με τις σημερινές αξίες του σεβασμού των δικαιωμάτων, της ελευθερίας της έκφρασης, της διαφορετικότητας, της συμπερίληψης, της αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισοπολιτείας, της δημοκρατίας. Οι αξίες αυτές δεν είναι αφηρημένες αλλά δοκιμάστηκαν σκληρά την τελευταία δεκαετία κατά την οικονομική κρίση και τον τελευταίο χρόνο με την πανδημία και τον εγκλεισμό. Μετριόνται καθημερινά με την εκπαίδευση, την ανεργία, την τηλεργασία, την κατάσταση των νοσοκομείων και των ανθρώπων που πεθαίνουν έξω από τις ΜΕΘ. Δεν μπορούν να αγνοούνται και να αποκρύβονται.

Επομένως, θα ήταν αφέλεια να θεωρήσει κάποιος ότι η διαχείριση της γιορτής είναι μια απλή υπόθεση, που μπορεί να γίνει με όρους επικοινωνιακής προβολής. Τα 200 χρόνια δεν είναι η παραδοσιακή ετήσια ρουτίνα της στρατιωτικής παρέλασης και ενός πανηγυρικού. Αλλά δεν είναι επίσης ούτε η Μελωδία της ευτυχίας και των εναγώνιων υποσχέσεων για successstory, ούτε η κατάχρηση του υπερθετικού της ισχυρότερης-δυναμικότερης-πλουσιότερης χώρας της περιοχής, ούτε ο ναρκισσιστικός αυτοθαυμασμός, ούτε η αυτοανακήρυξη αριστείας.

Η τέχνη ως έκφραση, διαμεσολάβηση και δημιουργία, θα ήταν σε θέση να εκφράσει αυτό που απουσιάζει, να μιλήσει για τις έννοιες, τα νοήματα και τις αξίες μας, για τους φόβους και τις προσδοκίες, να διαισθανθεί αυτό που έρχεται, αυτό που κρύβεται, αυτό που κυοφορείται. Θα μπορούσε να εκφράσει το φαντασιακό της κοινότητας. Αλλά κι αυτή απουσίαζε.

Εντέλει, γλιτώσαμε το εθνοπατριωτικό φολκλόρ, και υποστήκαμε σχετικά μικρές δόσεις πόζας, κόκκινου χαλιού και γκλαμουριάς. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, γιατί το πιο σημαντικό είναι ότι έλειπαν όλα αυτά που συνδέουν την Επανάσταση με την κοινωνία. Όσοι πίστεψαν ότι μπορούν να γιορτάσουν την Επανάσταση σαν μουσειακό είδος, χωρίς συγκίνηση, παγερή, απροσπέλαστη και ανεόρταστη ας δεχτούν την κριτική μας.Εντέ

Εκτιμάτε ότι η φιλοσοφία του εορτασμού είναι επιλογή της Επιτροπής υπό τη Γιάννα Αγγελοπούλου ή της κυβέρνησης;

Έχω μείνει με την εντύπωση ότι καθένας γιορτάζει μόνος του. Η Επιτροπή της κας Αγγελοπούλου δεν φάνηκε να κλήθηκε ως συνδιοργανωτής των γιορτασμών της επίσημης επετείου 25ης Μαρτίου, παρότι η ίδια είχε λάβει το χρίσμα από τον πρωθυπουργό.

Γενικότερα όμως ο πρωθυπουργός επιλέγει το στυλ κλειστής λέσχης, κάτι που είδαμε και στην επέτειο της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, των Θερμοπυλών αλλά και του εγκαινιασμού του νέου φωτισμού της Ακρόπολης. Θα έλεγε κανείς ότι προτιμά να είναι μόνος στο κάδρο.

Το διάστημα που απομένει πώς μπορεί να αναδειχθούν τα μηνύματα του 1821 και ποια είναι αυτά για εσάς;

Τα μηνύματα είναι τα βαθύτερα νοήματα που κινούν σήμερα την ιστορική συνείδηση και το παρόν μας πολιτών, όπως τα ανέπτυξα ήδη παραπάνω. Έχουν ανακοινωθεί σημαντικά συνέδρια και μπορούμε να αναμένουμε ενδιαφέρουσες νέες απόψεις, κυρίως από νεότερους επιστήμονες των ιστορικών και κοινωνικών επιστημών. Δεν είναι μόνο η ιστορία που έχει να μας προσφέρει νέες εννοιολογήσεις, είναι και οι πολιτικές επιστήμες, η ανθρωπολογία, η κοινωνιολογία που πρέπει να μιλήσουν για τις έρευνές τους.

Ας δούμε ίσης τι μας επιφυλάσσουν οι δύο Επιτροπές, εκείνη της κ. Αγγελοπούλου και εκείνη γύρω από την Εθνική Τράπεζα καθώς και οι άλλοι επίσημοι θεσμοί. Αλλά ας περιμένουμε και πιθανές καλλιτεχνικές και πολιτιστικές πρωτοβουλίες, λιγότερο επίσημες και περισσότερο διεισδυτικές και ενδιαφέρουσες, ανεξάρτητες και ανατρεπτικές.

Αλήθεια, πώς κρίνετε τις επιθέσεις προς όσους διαφωνούν;

Το τοπίο είναι ζοφερό. Παραμένει μεγάλο ζητούμενο ο διάλογος και η ανοχή στη διαφορετική γνώμη. Πρέπει επειγόντως να υπάρξουν πρωτοβουλίες γι’ αυτό. Η κατάσταση είναι επικίνδυνη για όλους, η ατμόσφαιρα είναι τοξική και τείνει να περιορίσει την ελεύθερη έκφραση γνώμης. Η δολοφονία των ιδιοτήτων του ανθρώπου, η καταρράκωση του κύρους κάποιου, η ηθική εξόντωση, η πρόσκληση σε λιντσάρισμα, η προσπάθεια εξευτελισμού, οι σεξουαλικές αναφορές, καθετί που στοχεύει στην ταπείνωση του ιδεολογικού αντιπάλου χρησιμοποιούνται με τυφλό φανατισμό.

Ωστόσο οφείλω να ομολογήσω ότι ελάχιστα από όλα αυτά που γράφτηκαν εναντίον μου με άγγιξαν. Τα περισσότερα δεν αποτελούσαν μια διαφορετική άποψη αλλά τον ασύμμετρο τυφλό θυμό κάποιων που μου απέδιδαν κάτι που δεν είπα. Η δική μου θεωρία είναι Τράβα το δρόμο σου κι άσε τον κόσμο να λέει.

ΠΗΓΗ: Μυρσίνη Ζορμπά στο iEidiseis για τα διακόσια χρόνια από το 1821: Επανάσταση ανεόρταστη

..."διακόσια χρόνια από το 1821: επανάσταση ανεόρταστη"...(>συνέντευξη<)

..."ιστογραμμή"... tassosdikas blog