..."για να μην ξεχνιόμαστε..."...(>άρθρο<)

Τάσσος Δίκας, μελάνια σε χαρτί, 1972
Του Γιάννη Σιώτου

Είναι ανθρώπινο. Όταν ένας άνθρωπος καλείται να παλέψει σε μια φουρτουνιασμένη θάλασσα, το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι το κύμα που βρίσκεται αντίκρυ του. Λες και εκείνη την στιγμή δεν υπάρχει χθες, ενώ το αύριο εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από αυτό το "κύμα" που έρχεται φουσκώνοντας σε κάθε εκατοστό που έρχεται κοντύτερα.

Έτσι ισχύει και με τους ανθρώπους αυτής της χώρας. Πρέπει για μία ακόμα φορά να δώσουν αγώνα με τα κύματα και να καταφέρουν να μην πνιγούν ώστε να ελπίζουν σε ένα... αύριο. Η μάχη όμως αυτή προσφέρει ένα πλεονέκτημα σε σχέση με τις θαλασσινές φουρτούνες. Αν η χώρα θέλει να επιβιώσει, είναι υποχρεωμένη να μην ξεχνά το χθες. Μόνο έτσι μπορεί να βρει τον τρόπο να ξεφύγει από αυτό τον ασφυκτικό βρόχο που κάποιοι έχουν σφίξει γύρω από τον λαιμό της. Μόνο γνωρίζοντας εκείνους που επιμένουν να αναγκάζουν τους περισσότερους Έλληνες να δίνουν καθημερινή μάχη με τα "κύματα" της επιβίωσης μπορεί να υπάρξει ελπίδα για ένα υπήνεμο καταφύγιο.

Φυσικά, ρόλο - κλειδί στην όλη υπόθεση έχει -είτε το θέλουμε είτε όχι- η Γερμανία. Αυτή έχει την ισχύ να διαπραγματευτεί με τους άλλους δανειστές. Αυτή έχει τη δυνατότητα να προσφέρει και να εγγυηθεί ανταλλάγματα και αυτή μπορεί σε τελευταία ανάλυση να απαιτήσει και από τους υπόλοιπους -εταίρους και συνεταίρους- την όποια λύση κρίνει σκόπιμη για το συμφέρον της. Και έχει γίνει πλέον φανερό πως, παρ' ότι η Γερμανία έχει υπάρξει κατά συρροήν χρεοκοπημένη και έλαβε ελάφρυνση χρέους τέσσερις φορές στον 20ό αιώνα, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ είναι μάλλον απίθανο να απεμπολήσει ένα σέντσι από αυτά που έχει να εισπράξει η Γερμανία και οι άλλοι δανειστές της χώρας για να ελαφρύνει τους Έλληνες.

Αυτό έχει φανερό τα τελευταία χρόνια από τη στρατηγική που ακολούθησε όχι μόνο με την Ελλάδα αλλά και με τις υπόλοιπες υπερχρεωμένες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, από το 2010, όταν ξέσπασε η κρίση, οι γαλλικές τράπεζες κρατούσαν το ισοδύναμο των περίπου 465 δισεκατομμυρίων ευρώ σε λεγόμενα απόμειωμένα περιφερειακά περιουσιακά στοιχεία (impaired periphery assets), ενώ οι γερμανικές τράπεζες είχαν 493 δισεκατομμύρια στα βιβλία τους. Μόνο ένα μικρό μέρος αυτών των απόμειωμένων περιουσιακών στοιχείων ήταν ελληνικά, και εδώ είναι το πρόβλημα: Η Ελλάδα μετρούσε μέχρι το 2% της Ευρωζώνης το 2010 και το αναθεωρημένο έλλειμμα του προϋπολογισμού της Ελλάδας εκείνη τη χρονιά ήταν στο 15% του ΑΕΠ της χώρας, που είναι το 0,3% της οικονομίας της Ευρωζώνης.

Με άλλα λόγια, το ελληνικό έλλειμμα αντιπροσώπευε ένα λάθος στρογγυλοποίησης. Ήταν τόσο μικρό που δεν ήταν λόγος πανικού. Εκτός αν, φυσικά, οι άνθρωποι που κατείχαν ελληνικά χρέη, αυτές οι μεγάλες τράπεζες στον πυρήνα της Ευρωζώνης, είχαν, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, διπλασιάσει το μέγεθός τους (από την άποψη των στοιχείων του ενεργητικού) -και με επιχειρησιακούς δείκτες μόχλευσης (ενεργητικό προς παθητικό) διπλάσιους- σε σχέση με τους «πολύ μεγάλους για να χρεοκοπήσουν» Αμερικανούς ομολόγους, που όμως το είχαν κάνει.
Σε έναν τέτοιο υπερ-μοχλευμένο κόσμο, αν η Ελλάδα πτώχευε, οι εν λόγω τράπεζες θα έπρεπε να πωλήσουν άλλα παρόμοια κρατικά στοιχεία ενεργητικού για την κάλυψη των ζημιών. Αλλά αν όλα αυτά τα συμβόλαια πώλησης έβγαιναν μονομιάς στην αγορά, θα προκαλούσαν τραπεζικό πανικό σε όλες τις αγορές ομολόγων της Ευρωζώνης, ο οποίος θα μπορούσε να εξαλείψει τις τράπεζες του ευρωπαϊκού πυρήνα.

Τον Μάρτιο του 2012, η ελληνική κυβέρνηση, υπό την αιγίδα της τρόικας, ξεκίνησε ένα πρόγραμμα εξαγοράς το οποίο εξαγόρασε τους πιστωτές, τις ιδιωτικές και εθνικές κεντρικές τράπεζες, με 53,4% έκπτωση στην ονομαστική αξία του ομολόγου. Με τον τρόπο αυτό, 164 δισεκατομμύρια ευρώ χρέους παραδόθηκαν από τον ιδιωτικό τομέα. Έτσι, αν θέλουμε να κατανοήσουμε γιατί οι συνδυασμένες δυνάμεις της Ευρωζώνης δεν μπορούν να ασχοληθούν με ένα πρόβλημα που έχει το μέγεθος μιας υπέρβασης σε κάποια αμυντική σύμβαση των ΗΠΑ, είναι πιθανώς σοφό να ξεκινήσουμε από εδώ και όχι από τους διεφθαρμένους Έλληνες ή την οικονομική σοφία των Γερμανίδων νοικοκυρών.
Όπως παραδέχθηκε ο πρώην επικεφαλής της Bundesbank, Karl Otto Pöhl, η όλη υπόθεση «ήταν για την προστασία των γερμανικών τραπεζών, αλλά κυρίως των γαλλικών τραπεζών, από τη διαγραφή χρέους». Και φυσικά ενδιαφέρον έχει να δει κανείς τι είναι τελικά αυτοί εξαιτίας των οποίων ένας στους τέσσερις Έλληνες είναι άνεργος και οι οποίοι τώρα εκβιάζουν προκειμένου να αποκτήσουν τα δάνεια των Ελλήνων στις ελληνικές τράπεζες για να τα πουλήσουν στην συνέχεια στους πλούσιους του πλανήτη που ενδιαφέρονται μέσω αυτών να αποκτήσουν ελληνικά περιουσιακά στοιχεία.

Πριν μερικές εβδομάδες, σε δήλωσή του σε καθημερινή εφημερίδα, ο Έλληνας manager εταιρείας ακινήτων που ανήκει σε ξένο fund και η απόκτησή της απασχολεί τη Δικαιοσύνη δεν έκρυψε ότι το διοικητικό του συμβούλιο θα έβλεπε πολύ θετικά την προοπτική το "μαγαζί" να αποκτήσει μερικά ακίνητα υπερχρεωμένων. Μπορεί η δήλωση να πέρασε σχεδόν απαρατήρητη αλλά η σημασία της είναι τεράστια αφού περιγράφει, με πρωτόγνωρο, είναι αλήθεια, κυνισμό, το παιγνίδι που παίζεται στην πλάτη του λαού αυτού.
Η δήλωση αυτή δείχνει κάτι ακόμα πολύ πιο σοβαρό: όλοι αυτοί που η "συμπεριφορά" αλλά και η "μυρωδιά" τους παραπέμπει σε ύαινες αδιαφορούν για τα πάντα προκειμένου να προλάβουν να πάρουν το καλύτερο κομμάτι από το κουφάρι. Και όχι μόνο δεν έχουν κανένα ηθικό ενδοιασμό προκειμένου να βγάλουν χρήματα αλλά, αντίθετα, δεν διστάζουν να προσφέρουν κάθε λογής υπηρεσίες στους πλούσιους προκειμένου να βγάλουν κέρδη. Και φυσικά ούτε λόγος να γίνεται για ειλικρίνεια και ευθυκρισία. Αυτές τις δύο αρετές τις θυμούνται μόνο για να στριμώξουν τα θύματα τους και δεν είναι λίγες οι φορές που στην προσπάθειά τους αυτή βρίσκουν πρόθυμους αρωγούς πολιτικούς.

Τυπικό παράδειγμα, οι γερμανικές τράπεζες. Αυτές λοιπόν που υποτίθεται ότι κόπτονται για διαφάνεια. Φυσικά, κανένας Γερμανός τραπεζίτης δεν ανέλαβε την ευθύνη για τη μόχλευση που συστηματικά επέβαλε. Αντίθετα, όλοι τους χειροκρότησαν και επιδοκίμασαν την απόφαση της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας να στείλει τον λογαριασμό στους Έλληνες, στους Ισπανούς και στους Πορτογάλους. Αλλά δεν περιορίστηκαν στο χειροκρότημα καθώς, αφού εξασφάλισαν το απυρόβλητο, άρχισαν πάλι να αναζητούν τα επόμενα θύματα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά λιθοβολούν δημοσίως όποιον προσπαθεί να εναντιωθεί στα σχέδια τους. Πρόσφατο παράδειγμα; Οι επιθέσεις που δέχθηκε ο πρόεδρος της ΕΚΤ λόγω της νομισματικής πολιτικής που ακολουθεί. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα δεν δίστασαν να πουν δημόσια ότι ο Ντράγκι με τον τρόπο αυτό στηρίζει τους υπερχρεωμένους σε βάρος των νοικοκύρηδων.

Έχει πραγματικά ενδιαφέρον να μελετήσει κανείς τη γερμανική εκδοχή της "νοικοκυροσύνης".
Στις προηγούμενες παραγράφους περιγράψαμε τη βασική της αρχή: φόρτωνε τα λάθη σου στους άλλους. Η δεύτερη αρχή της είναι ότι μπροστά στο κέρδος τίποτε άλλο δεν έχει σημασία. Η αρχή αυτή επιβεβαιώνεται πολύ συχνά τα τελευταία χρόνια. Μόλις χθες στον διεθνή Τύπο εμφανίστηκαν ρεπορτάζ που επικαλούνται πληροφορίες του δημοσιογραφικού ερευνητικού συνδέσμου που αποτελείται από τη γερμανική οικονομική εφημερίδα "Handelsblatt", τον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό σταθμό της Βαυαρίας (BR), την Washington Post και το γραφείο ερευνών "ProPublica" της Νέας Υόρκης, σύμφωνα με τις οποίες γερμανικές τράπεζες βοήθησαν επενδυτές να εξοικονομήσουν ποσά ύψους εκατομμυρίων ευρώ εκμεταλλευόμενες ένα «παραθυράκι» στο φορολογικό σύστημα. Οι απώλειες για τον γερμανικό προϋπολογισμό εκτιμάται ότι ανέρχονται από το 2011 σε πέντε δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες της προαναφερθείσας ερευνητικής ομάδας, ιδιαίτερα ενεργός σε αυτού του τύπου τις συναλλαγές, που είναι γνωστές με το όνομα Cum-Cum, υπήρξε η Commerzbank. Ένα παράδειγμα για το «τρικ» που χρησιμοποιείται σε αυτόν τον τύπο συναλλαγών είναι το εξής: Μια επιχείρηση εκτός γερμανικών συνόρων κατέχει μετοχές ενός γερμανικού επιχειρηματικού ομίλου. Λίγο πριν από την καταβολή των μερισμάτων η επιχείρηση του εξωτερικού δανείζει τις μετοχές της σε μια γερμανική τράπεζα. Τα μερίσματα εισρέουν στα ταμεία της τράπεζας, η οποία απόδίδει στη συνέχεια το 25% ως φόρο επί της απόδοσης κεφαλαίου στο γερμανικό κράτος.
Ωστόσο, έχοντας την έδρα της στη Γερμανία, η τράπεζα έχει τη δυνατότητα έκπτωσης από τον φόρο του συνολικού ποσού, που σημαίνει ότι στο τέλος έχει πάλι στη διάθεσή της το 100% του μερίσματος.
Λίγο μετά την ημέρα καταβολής των μερισμάτων η τράπεζα επιστρέφει το μετοχικό πακέτο στον πραγματικό ιδιοκτήτη του (επενδυτή), παρακρατώντας 5% του ποσού των μερισμάτων ως αμοιβή για τις υπηρεσίες της. Η αλλοδαπή επιχείρηση επωφελείται σημαντικά, δεδομένου ότι -σε αντίθεση με την τράπεζα, που μπορεί να πετύχει φορολογική έκπτωση στο 100%- για την ίδια θα εξέπιπτε της φορολογίας μόνο το 50% των κερδών από την απόδοση κεφαλαίων. Ως εκ τούτου, μεγάλος ζημιωμένος από αυτή τη διαδικασία είναι ο γερμανικός προϋπολογισμός, καθώς το κράτος αναγκάζεται να προβεί σε μεγαλύτερες επιστροφές φόρων.

Ερωτηθείς για τις αμφιλεγόμενες πρακτικές τής μερικώς κρατικοποιημένης Commerzbank, που -σημειωτέον- διασώθηκε από το γερμανικό Δημόσιο με καταβολή 18,2 δισ. ευρώ, εκπρόσωπος της τράπεζας τόνισε ότι «διασφαλίζουμε μέσω εκτεταμένων εσωτερικών συστημάτων και ελέγχων ότι όλες οι εμπορικές συναλλαγές συνάδουν με το ισχύον δίκαιο». Όπως διευκρίνισε ο ίδιος, σε δεκάδες χιλιάδες συναλλαγές που πραγματοποιούνται καθημερινά η Commerzbank ενεργεί «αναπόφευκτα στο πλαίσιο των επονομαζόμενων καταστάσεων cum/cum». Μάλιστα εκπρόσωπος της αμερικανικής επενδυτικής εταιρείας Vanguard φέρεται να επιβεβαιώνει στο δημοσιογραφικό δίκτυο που ερευνά τη συγκεκριμένη υπόθεση ότι πρόκειται για «ευρέως διαδεδομένη πρακτική».

Θέλετε ένα ακόμα παράδειγμα; Πριν ένα χρόνο, δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου εμφάνιζαν το γερμανικό τραπεζικό σύστημα να εμπλέκεται σε ένα τεράστιο σκάνδαλο. Σύμφωνα με δημοσίευμα της "Süddeutsche Zeitung" (SZ), οι φορολογικές αρχές είχαν συγκεντρώσει επιβαρυντικά στοιχεία για περισσότερες από 100 τράπεζες και επενδυτικά ταμεία που φέρονται να εξαπάτησαν το γερμανικό Δημόσιο μέσα από ύποπτες αγοραπωλησίες μετοχών. Το ύψος της φοροδιαφυγής εκτιμάται σε πάνω από 10 δισ. ευρώ.

Και για να κλείσει αυτή η βόλτα στο παρελθόν, ας γυρίσουμε πίσω στο 2012. Τότε, σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα "Bild" ο κ. Ζίγκμαρ Γκάμπριελ εξέφρασε ένα βαρύ κατηγορώ εναντίον των τραπεζών. Όπως είπε: εκβιάζουν κράτη, υπαγορεύουν την πολιτική τους, πληρώνουν ανήθικα υψηλούς μισθούς αλλά και χειρίζονται ριψοκίνδυνα τις καταθέσεις των πελατών τους. Οι κατηγορίες του προέδρου των Σοσιαλδημοκρατών ενάντια στις τράπεζες δεν σταματούν όμως εδώ. Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ καταλογίζει στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ακόμη και συνέργεια στη φοροδιαφυγή αλλά και ότι με δόλο παροτρύνουν πελάτες τους να επενδύσουν σε μετοχές και ομόλογα χωρίς αξία.

 πηγή: avgi.gr άρθρο του Γιάννη Σιώτου > Για να μην ξεχνιόμαστε...

 ..."για να μην ξεχνιόμαστε..."...(>άρθρο<)

..."ιστογραμμή"...