..."την κρίση να πληρώσει η ολιγαρχία"...(>άρθρο<)



..."ιστογραμμή"...
Του Ανέστη Ταρπάγκου
 

«Την κρίση να πληρώσει η ολιγαρχία», αυτό ήταν το πρόταγμα που πρόβαλε στην ομιλία του στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο της ενημέρωσης για την πορεία των διαπραγματευτικών διαδικασιών ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και επικεφαλής της κυβέρνησης.

Ένα πρόταγμα που έχει ακουσθεί εκατοντάδες φορές τα προηγούμενα χρόνια σε λαϊκές διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις και πορείες. Μια αναφορά που προσδιορίζει το ταξικό λαϊκό πρόσημο της πολιτικής της διακυβέρνησης «κοινωνικής σωτηρίας» απέναντι στο ελληνικό επιχειρηματικό κεφάλαιο, στο μέτρο που ήταν αυτό που ευνοήθηκε τα μέγιστα από την άσκηση της μνημονιακής πολιτικής στην πενταετία 2010-14. Απεναντίας, δεν ήταν παρά ο λαϊκός κόσμος (μισθωτή εργασία, άνεργοι, συνταξιούχοι, νεολαία, αυτοαπασχολούμενα μικροαστικά στρώματα) που υπέστη τα πλήγματα της πολιτικής των Μνημονίων, όπως οι μειώσεις μισθών και συντάξεων και η επιβολή βαρύτατης φορολόγησης.

Και δεν ήταν παρά ο αστικός ταξικός χαρακτήρας της προηγούμενης πολιτικής των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. (με τη συνδρομή του ΛΑΟΣ και της ΔΗΜ.ΑΡ.), που προκάλεσε την απονομιμοποίησή τους, τη μεταστροφή των λαϊκών τάξεων προς τα αριστερά και τη ριζική τροποποίηση του χάρτη των πολιτικών δυνάμεων, με τη σταθερή κατίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ και την καταβαράθρωση της εκλογικής επιρροής των δυνάμεων του αστικού μνημονιακού τόξου. Έτσι, ενώ η επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ διατηρείται με σταθερότητα πάνω από το 40%, η συνολική εμβέλεια των αστικών μνημονιακών δυνάμεων μετά βίας αγγίζει αθροιστικά το 30% (Ν.Δ., Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ). Αν λοιπόν οι εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κεφαλαίου και της αστικής πολιτικής έχουν απαξιωθεί, τι γίνεται με τις οικονομικές δυνάμεις τις οποίες εξυπηρέτησαν και εκπροσώπησαν, δηλαδή με τον ίδιο τον ελληνικό καπιταλισμό;

Όπως έχουμε αναλύσει και αποδείξει κατ' επανάληψη, ο ελληνικός καπιταλισμός αντιμετώπισε μια βαθιά και μακρά κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου (δηλαδή αδυναμίας του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου να αναπαραχθεί με όρους κερδοφορίας), οφειλόμενη στις εγγενείς οικονομικές διαδικασίες που συγκροτούν την ίδια τη φυσιογνωμία του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος.
Αυτή η κρίση οδήγησε το επιχειρηματικό κεφάλαιο στην εκκαθάριση εκατοντάδων παραγωγικών μονάδων και έτσι στην εκτίναξη της ανεργίας από το 7% του 2008 στο σημερινό 27%. Και παράλληλα οι μνημονιακές κυβερνήσεις υιοθέτησαν σκληρά μέτρα σε βάρος των εργαζομένων τάξεων προκειμένου αφενός να μετακυλίσουν το βάρος αποπληρωμής του δημόσιου χρέους στον εργαζόμενο λαό, αφετέρου να καταστήσουν την εργατική δύναμη «φθηνή, ευέλικτη και πειθήνια», έτσι ώστε να μειώσουν το εργασιακό κόστος ανά μονάδα προϊόντος, συμβάλλοντας στην αποκατάσταση της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Στην κρίση ωφελήθηκε το κεφάλαιο και ζημιώθηκε η εργασία
..."ιστογραμμή"...
Το αποτέλεσμα ήταν ότι από το 2010 μέχρι το 2013 εκμηδενίστηκαν τα ζημιογόνα αποτελέσματα του συνόλου του εταιρικού τομέα της οικονομίας (Α.Ε. και ΕΠΕ), που είχαν φτάσει στο μέγιστο των ζημιών των 10.498 εκατ. ευρώ το 2012. Και ακόμη περισσότερο, από το σύνολο των 22.230 επιχειρήσεων το 60%, δηλαδή οι 13.050, εμφάνισαν πολυσήμαντη κερδοφορία για τη διετία 2013 και 2014, που ήταν συνολικά της τάξης των 11.146 εκατ. ευρώ, δηλαδή μέσος όρος κερδοφορίας 854 χιλιάδες ευρώ. Και προφανώς, αν προχωρήσει κανείς παραπάνω στην πυραμίδα διάταξης του ελληνικού καπιταλισμού, οι 500 πλέον κερδοφόρες ελληνικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν συνολική κερδοφορία του επιπέδου των 7.615 εκατ. ευρώ, δηλαδή μέσο όρο κερδοφορίας 15,23 εκατ. ευρώ. Να λοιπόν ποιο είναι το οικονομικό πεδίο στο οποίο χρειάζεται να κατευθυνθεί η εφαρμογή μιας αναδιανεμητικής πολιτικής προς όφελος των λαϊκών τάξεων και σε βάρος του επιχειρηματικού κεφαλαίου.
Έτσι αναδεικνύονται τρία σαφώς διακεκριμένα στρώματα των «από πάνω» που έχουν υψηλά εισοδήματα και επιχειρηματική κερδοφορία και μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο ισχυρής φορολόγησης από την κυβερνητική εξουσία της Αριστεράς:
Α) Τα ανώτερα μικροαστικά στρώματα (στελέχη επιχειρήσεων, ελεύθερα επαγγέλματα όπως γιατρών, δικηγόρων, φοροτεχνικών, εμπόρων κ.λπ.), των οποίων τα εισοδήματα έχουν ένα ορισμένο ύψος, αλλά είναι ισχυρά οχυρωμένα έναντι των φορολογικών μηχανισμών.
Β) Οι επιχειρήσεις μέσου επιπέδου που είναι κερδοφόρες και ανέρχονται σε 12.550 με συνολική καταγραμμένη στους ισολογισμούς τους κερδοφορία 3.531 εκατ. ευρώ, δηλαδή με μέσο όρο κερδοφορίας τις 280 χιλιάδες ευρώ.
Γ) Οι επιχειρήσεις της «ολιγαρχίας» του κύκλου των 500 πλέον κερδοφόρων, με την κερδοφορία των 7.615 εκατ. ευρώ και μέση άρα κερδοφορία των 15,23 εκατ. ευρώ.
Η συμφωνία που βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αυτή την εβδομάδα, πέρα από τις όποιες ανεπάρκειες και υποχωρήσεις που έχουν γίνει στο προηγούμενο διάστημα, από τη μια πλευρά περισώζει την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων και του κατώτατου μισθού και από την άλλη πλευρά προασπίζει το σημερινό τουλάχιστον επίπεδο των συντάξεων (λ.χ. κατάργηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος), ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να μετατοπίσει τα φορολογικά βάρη προς την κατεύθυνση των ανώτερων κοινωνικών τάξεων. Η επιβολή της έκτακτης εισφοράς του 12% στις επιχειρήσεις με κέρδη άνω των 500 χιλιάδων ευρώ, καθώς και η αύξηση του φορολογικού συντελεστή του συνόλου των Α.Ε. και ΕΠΕ (22.230 παραγωγικές μονάδες) από το 26% στο 29%, χωρίς να έχουν την επάρκεια που μπορούσε να αναμένει κανείς, ωστόσο σηματοδοτούν το βήμα που γίνεται για πρώτη φορά στην ελληνική οικονομική πραγματικότητα στην κατεύθυνση του να «πληρώσει την κρίση η ολιγαρχία».

Μια τέτοια κατεύθυνση με σαφές λαϊκό ταξικό πρόσημο, παρ' όλο που ένα μέρος των φορολογικών βαρών συνεχίζει να πέφτει στους ώμους του εργαζόμενου λαού, ανοίγει έναν σημαντικό δρόμο, που με τους κατάλληλους κοινωνικούς συσχετισμούς δυνάμεων μπορεί να οδηγήσει σε μια γενναία αναδιανεμητική πολιτική προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων και σε βάρος του επιχειρηματικού κεφαλαίου, πράγμα που θα τονώσει τη ζήτηση των εργατικών νοικοκυριών και θα προκαλέσει μια ορισμένη ανάκαμψη της βιομηχανικής παραγωγής. Βέβαια, πρόκειται για «μεταβατικά» μέτρα κεϋνσιανού χαρακτήρα, που ωστόσο λειτουργούν σε μια κατεύθυνση οικονομικής ανάκαμψης.

Άλλωστε ας μην ξεχνάει κανείς ότι ο κεϋνσιανισμός αντιπροσωπεύει σήμερα το «κόκκινο πανί» για τις ακραία νεοφιλελεύθερες ευρωπαϊκές ελίτ. Συνεπώς η σημερινή απαρχή της αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης του επιχειρηματικού κεφαλαίου και των τριών στρωμάτων των «από πάνω» («ολιγαρχικών» επιχειρήσεων, μεσαίων παραγωγικών μονάδων και ανώτερων μικροαστικών στρωμάτων) εκφράζει μια ορισμένη κοινωνική δικαιοσύνη, που εφόσον εφαρμοστεί με αυστηρότητα, και κυρίως στον βαθμό που θα διευρυνθεί, δίνει βαθιά ανάσα ανακούφισης των εργαζομένων.
 
πηγή: avgi.gr άρθρο Του Ανέστη Ταρπάγκου > «Την κρίση να πληρώσει η ολιγαρχία»

..."την κρίση να πληρώσει η ολιγαρχία"...(>άρθρο<)

..."ιστογραμμή"...