..."η οικονομική πολιτική σε σταυροδρόμι"...(>άρθρο<)

..."ιστογραμμή"...
ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑNΤΙΝΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ
 Δύο μήνες μετά την παράταση της δανειακής σύμβασης, οι δανειστές οδηγούν τις διαπραγματεύσεις πριν από τα επίδικα του Φεβρουαρίου. Η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου έθετε τις βάσεις για οριστική απεμπλοκή από τη μέχρι τότε οικονομική πολιτική των Μνημονίων, είχε όμως μία αδυναμία: την έλλειψη διασφαλίσεων εφαρμογής της από την πλευρά των δανειστών.

Η συμφωνία προβλέπει τη συνάρτηση των περαιτέρω εκταμιεύσεων των 7,2 δισ. ευρώ της παραταθείσας δανειακής σύμβασης, αλλά και των κερδών των κεντρικών τραπεζών των χωρών της Ευρωζώνης του 1,9 δισ. ευρώ από τα ομόλογα του προγράμματος SMP μόνο με την έγκριση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης από το Eurogroup, χωρίς όμως ειδική περαιτέρω δέσμευση για τα κριτήρια της αξιολόγησης και της έγκρισης αυτής.
Βέβαια, αποτυπώνει με σαφήνεια πως το πλαίσιο εντός του οποίου θα γίνει η αξιολόγηση των θεσμών και η έγκριση από το Eurogroup είναι η γενική λίστα των μεταρρυθμιστικών μέτρων που η κυβέρνηση παρουσίασε στις 23 Φεβρουαρίου και η οποία, άλλωστε, ήδη εγκρίθηκε κατ' αρχήν από τους θεσμούς και στη βάση αυτής της έγκρισης ελήφθη η απόφαση της παράτασης.

Αναφέρει τη λίστα αυτή ως το σημείο εκκίνησης για την επιτυχημένη αξιολόγηση, προβλέπει ακόμη πως θα γίνει συγκεκριμένη και θα συμφωνηθεί έως τέλος Απριλίου με τους θεσμούς. Ωστόσο, δεν περιέχει ασφαλιστικές δικλείδες ότι οι θεσμοί και το Eurogroup, κατά τη διάρκεια της περιόδου των διαπραγματεύσεων για τη συγκεκριμενοποίηση των μεταρρυθμίσεων της λίστας, είναι υποχρεωμένοι να αποδεχτούν ως δεσμευτικά μόνο όσα προβλέπονται σε αυτό το πλαίσιο προτάσεων της 23ης Φεβρουαρίου.

Έτσι, αν και είναι αυτονόητη για καλόπιστους διαπραγματευόμενους η σχετική υποχρέωση των θεσμών να μη θέτουν άλλα θέματα εκτός από τη συγκεκριμενοποίηση του πλαισίου της λίστας της 23ης Φεβρουαρίου, η έλλειψη δικλείδων εξασφάλισης υλοποίησης της υποχρέωσής τους επέτρεψε αφενός στα τεχνικά κλιμάκια να συνεχίζουν, λίγο έως πολύ, να κινούνται όπως πριν από τις εκλογές, αφετέρου σε εκπροσώπους θεσμών και κρατών να απαιτούν η συγκεκριμενοποίηση της λίστας να είναι σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό αναίρεσή της.

..."ιστογραμμή"...
Όσοι από τους δανειστές συνειδητά επιδίωξαν την εξέλιξη αυτή, άλλωστε, γνώριζαν πως αυτοί είναι το ισχυρότερο μέρος στη διαπραγμάτευση και πως θα μπορούσαν, προϊόντος του χρόνου, να οδηγήσουν τη χώρα να συνομιλεί εντός των θεσμών και των συμβουλίων υπό μεγάλη χρηματοδοτική ανάγκη. Με την αίτηση παράτασης, ζητήθηκε η επαναφορά από την ΕΚΤ της επιλεξιμότητας των ελληνικών ομολόγων, την οποία είχε άρει στις 4 Φεβρουαρίου.

Η ΕΚΤ περιορίστηκε σε άτυπη υπόσχεση με τη σκόπιμη από αυτήν έλλειψη δημόσιας δήλωσης που θα καθιστούσε την υπόσχεση εκτελεστή, δεσμευτική πράξη γι' αυτήν, σύμφωνα και με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ε.Ε. Έτσι, η ΕΚΤ, κινούμενη με πολιτικά κριτήρια ως όργανο των δανειστών (δανειστής και η ίδια), εξακολούθησε να διατηρεί την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες στον μηχανισμό ELA.
Η ΕΚΤ έχει νομικά αυτοδεσμευτεί ήδη με την απόφαση της 4 Φεβρουαρίου να διατηρεί την αναχρηματοδότηση μέσω του ELA, αλλά αυτή η αναχρηματοδότηση ανήκει, ως λειτουργία της ΤτΕ, στην κατηγορία των άλλων πράξεων πέραν όσων ορίζει το καταστατικό της ΕΚΤ (άρθρο 14.4, εδάφιο β). Αυτό σημαίνει ότι γίνεται με ευθύνη της Τράπεζας της Ελλάδος και εγγράφεται ως υποχρέωση προς την ΕΚΤ.

Έτσι, αν η χώρα, τελείως υποθετικά, προχωρούσε σε παράλληλη χρήση άλλου νομίσματος ή και εγκατάλειψη του ευρώ, το ποσό του ELA θα οφείλεται στην ΕΚΤ σε ευρώ, όπως θα οφείλονται σε δολάρια και ευρώ και τα δάνεια σε ΔΝΤ, χώρες της Ευρωζώνης και ιδιώτες, ενώ εκτός Ευρωζώνης φόρουμ αναδιάρθρωσης του χρέους θα είναι η λέσχη του Παρισιού, που αξιώνει και αυτή προηγούμενη εφαρμογή προγράμματος του ΔΝΤ. Γι' αυτό, από τη σκοπιά ελάφρυνσης του χρέους, η υιοθέτηση εγχώριου νομίσματος όχι μόνο δεν προσφέρει κάτι, αλλά είναι και επιβαρυντική. Άλλωστε, στο ευρώ είμαστε συνέταιροι και δεν τους το χαρίζουμε.

Εάν η ΕΚΤ είχε επαναφέρει την επιλεξιμότητα των ελληνικών ομολόγων μετά τις 27 Φεβρουαρίου, η όλη κατάσταση θα ήταν διαφορετική, χωρίς αναλήψεις από τις τράπεζες, άρα χωρίς ανάγκη διαρκούς αύξησης του ορίου αναχρηματοδότησης ELA, και δεν θα μπορούσε να θέσει θέμα ορίου στα 9 δισ. ευρώ μέσω του SSM για την αγορά και αναχρηματοδότηση εντόκων του Δημοσίου από τις ελληνικές τράπεζες.

Αντιθέτως, τώρα διαρρέει και ενδεχόμενο μείωσης του ύψους μέχρι του οποίου γίνονται αποδεκτά ως εγγυήσεις αναχρηματοδότησης μέσω ELA τα ενέχυρα (έντοκα και ομόλογα) έκδοσης Δημοσίου, από 23% που είναι σήμερα, σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό.

..."ιστογραμμή"...
Οι επιλογές αυτές των δανειστών είχαν «προαναγγελθεί», καθώς απαίτησαν πριν από την έγκριση της παράτασης από το Δ.Σ. του EFSF, που έγινε στις 27 Φεβρουαρίου, να επιστραφούν τα ομόλογα του EFSF που προορίζονταν για μελλοντικές ανάγκες ανακεφαλοποίησης των τραπεζών και βρίσκονταν στον λογαριασμό του ΤΧΣ στην ΤτΕ, ύψους 10,932 δισ., ως μέρος της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου.
Έτσι η χώρα μπήκε στην τετράμηνη παράταση έχοντας παραδώσει τα ομόλογα αυτά. Από αυτά, ποσό 1,185 δισ. θα μπορούσε να τα ανταλλάξει το ΤΧΣ με τα μετρητά που είχε δώσει στις τράπεζες κατά την ανακεφαλαιοποίησή τους και να μην τα επιστρέψει ούτως ή άλλως. Τα υπόλοιπα, αν δεν επιστρέφονταν, θα επέτρεπαν στη χώρα να τα χρησιμοποιήσει, έστω και εκτός του σκοπού τους, για χρηματοδότηση της κεντρικής κυβέρνησης, δανειζόμενη από το ΤΧΣ.

Τα ομόλογα είχαν δοθεί στο ΤΧΣ, στο πλαίσιο προηγούμενης αξιολόγησης που είχε κλείσει και δεν μπορούσαν να ακυρωθούν μονομερώς από τον EFSF. Αυτή τη δυνατότητα οι δανειστές τη γνώριζαν και γι' αυτό ζήτησαν και πήραν πίσω τα ομόλογα αυτά, αλλιώς θα τα άφηναν στο ΤΧΣ.

Η μεταβίβαση έγινε με απόφαση του υπουργού Οικονομικών στις 26 Φεβρουαρίου (ΦΕΚ Β 292), σε εκτέλεση βέβαια πρόβλεψης της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου η οποία δεν υποχρέωνε η επιστροφή να προηγηθεί της παράτασης και ήταν λάθος η πρόωρη επιστροφή από την ειδική σκοπιά της διαθεσιμότητας όπλων σύγκρουσης, άρα και διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, πέραν του ότι κακώς περιέχονταν ως όρος και στη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου.

Έτσι, η χώρα βρέθηκε ακάλυπτη μπροστά στην ολοκληρωτική αυτή πίεση, η οποία είναι πολιτική και αποσκοπεί στην αναίρεση του πλαισίου της 20ής Φεβρουαρίου και σε επιστροφή στην πριν από τις εκλογές κατάσταση. Αποσκοπεί στον εξαναγκασμό της κυβέρνησης να συμβιβαστεί πίσω από τις κόκκινες γραμμές της και ευθέως να καταφέρει πλήγμα πολιτικό και ιδεολογικό στην όλη στρατηγική αντίστασης στους δανειστές, με την αποδοχή από την κοινωνία τής μη ύπαρξης εναλλακτικών δυνατοτήτων οικονομικής πολιτικής, πέραν της διαρκούς υποτίμησης και υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου.

Η απαίτηση, για παράδειγμα, περαιτέρω μειώσεων των συντάξεων εξυπηρετεί αυτό και μόνο και όχι τον δήθεν στόχο δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων, αφού γνωρίζουν και οι ίδιοι πως όσα πρωτογενή πλεονάσματα κι εάν δημιουργηθούν με συνεχή λιτότητα, μείωση της ζήτησης και ύφεση, το χρέος θα γίνεται όλο και περισσότερο αδύνατο να πληρωθεί.
Η κυβέρνηση μπορεί να βρει τρόπο συνύπαρξης με τους δανειστές στον βραχύ χρόνο, να εξασφαλίσει έστω και περιορισμένη χρηματοδότηση για να αντιμετωπίσει με πιο ευνοϊκούς όρους την πρόκληση της νέας συμφωνίας μετά το τέλος της παράτασης. Οι δανειστές ήλπιζαν στη μείωση της στήριξης της κοινωνίας στην κυβέρνηση ως αποτέλεσμα των συνθηκών που δημιουργούνται, κάτι όμως που δεν πέτυχαν.

Η μετωπική σύγκρουση είναι αρκετά δύσκολο να δώσει μακρόπνοη λύση, διότι οι συσχετισμοί δύναμης δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκοί. Εξάλλου, πρέπει να είναι πολιτικά αιτιολογημένη σε ισχυρά διακυβεύματα, ώστε να έχει την απαραίτητη κοινωνική στήριξη.

..."ιστογραμμή"...
Μια έξυπνη και προσωρινή υποχώρηση, ως αναβολή εφαρμογής σε ζητήματα που αφορούν αλλαγές των υφιστάμενων νόμων είναι ίσως προτιμότερη, διότι η επιτυχία συνίσταται στη δυνατότητα να γίνει συμφωνία τη στιγμή που κατέχουμε όλες τις δυνάμεις και τις θέσεις μας, αφού μας δίνει τη δυνατότητα να ετοιμαζόμαστε για αντεπίθεση και ό,τι αναβλήθηκε να υλοποιηθεί σε δεύτερο χρόνο.
Αν ούτε μια τέτοια συμφωνία καταστεί δυνατή, πρέπει άμεσα να οργανωθούν όλοι οι τρόποι αντίδρασης που υπάρχουν.
Τόσο η μη τήρηση της άτυπης υπόσχεσης από την ΕΚΤ να επαναφέρει την επιλεξιμότητα των ελληνικών κρατικών ομολόγων μετά τις 27 Φεβρουαρίου όσο και η «αρπαγή» των ομολόγων του EFSF από τον λογαριασμό του ΤΧΣ στην ΤτΕ, δείχνουν διαπραγματευτική δολιότητα από τους δανειστές.

Αν, αξιοποιώντας τη θέση ισχύος που απέκτησαν με αυτή τη δολιότητα, προσπαθήσουν να μας οδηγήσουν σε πλήρη χρηματοδοτική αδυναμία, τότε δυνατότητα αντίδρασης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του Δημοσίου θα είναι η υπέρβαση των ορίων των εντόκων γραμματίων έκδοσης από το Δημόσιο (15 δισ.) και αγοράς τους από τις τράπεζες (9 δισ.), γιατί δεν μπορεί, ενώ αυτοί αθετούν τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, να ζητούν την τήρηση των, αυθαίρετων, άλλωστε, ορίων που οι ίδιοι έθεσαν, εμποδίζοντας ακόμη και την αυτοδύναμη χρηματοδότηση της χώρας.

 πηγή: avgi.gr άρθρο ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑNΤΙΝΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ > Η οικονομική πολιτική σε σταυροδρόμι

..."η οικονομική πολιτική σε σταυροδρόμι"...(>άρθρο<)

..."ιστογραμμή"...